- καρνιτίνη
- Κρυσταλλική ένωση με βασικές ιδιότητες, η οποία ταξινομείται μαζί με τα αμινοξέα, αν και δεν συμμετέχει στη σύνθεση των πρωτεϊνών· συναντάται κυρίως στους ζωικούς ιστούς. Έχει χημικό τύπο (CH3)3NCH2CH(OH)CH2COΟΗ, διαλύεται εύκολα στο νερό και στην αλκοόλη και έχει σημείο τήξης 195-197°C. Η κ. στον οργανισμό συμμετέχει στη μεταφορά των λιπαρών οξέων που φέρουν μεγάλη αλυσίδα στα μιτοχόνδρια, όπου αποικοδομούνται για την παραγωγή ενέργειας. Είναι βασικό διαιτητικό συστατικό και σε ορισμένα άτομα δρα ως αυξητικός παράγοντας· η απουσία της οδηγεί σε μυϊκή αδυναμία. Χαρακτηρίζεται ως L-κ., λόγω της πολικότητάς της.
Dictionary of Greek. 2013.